Κυριακή, Δεκεμβρίου 24, 2006

{Ελεγεία και Σάτιρες}

[αντιγράφω από τη Χρονογραφία Κ. Γ. Καρυωτάκη, επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδη - Ν.Μ. Χατζηδάκη - Μ. Μητσού, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1989]

Η συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες πιθανώς εκυκλοφόρησε στα τέλη του μηνός [Δεκέμβριος 1927]. Σύμφωνα με το σωζόμενο αυτόγραφο κατάλογο διανομής της, ο Καρυωτάκης έστειλε, μέσω του εκδότη, αντίτυπα στους: Παλαμά (ο οποίος και πάλι «καθόλου δεν του απάντησε, ούτε καν εμνημόνευσε τίποτα» [Σακελλαριάδης]), Γρυπάρη, Πέτρο Χάρη, Τάκη Τσάκωνα, Νίκο Λαΐδη (= Πωλ Νορ), Σικελιανό, Κλ. Παράσχο, Ουράνη, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο, Ε. Ιωάννου (= Τέλλο Άγρα), Κόντογλου, Αθάνατο, Βουτιερίδη, Καμπάνη, Φαλτάιτς, Ξενόπουλο, Κόκκινο, Φ. Πολίτη, Παπαντωνίου, Στογίάννη, Λαπαθιώτη, Ν. Βέη, Αποστολάκη, Βελλιανίτη, Παπανικολάου, [...] Νιρβάνα, Θρύλο, [...] Π. Ταγκόπουλο και σε [διάφορες εφημερίδες].

Από τα δικά του αντίτυπα έδωσε ή έστειλε στους: Κ.Δ. και Κ.Θ. Καρυωτάκη, [...] Σακελλαριάδη, Καράκαλο, [...] Ψυχάρη (που απάντησε με «ένα γράμμα με λόγια γεμάτα ενθουσιασμό» [Σακελλαριάδης]), Πορφύρα και στα περιοδικά: Νέα Ζωή, Νεοελληνικά Γράμματα, Ερμής. [για την κριτική των Νεοελληνικών Γραμμάτων και τη σχετική διαμάχη με τον Κ., βλ. τις επιστολές του ποιητή στο site, στην ενότητα «Άλλα»]. Επίσης έστειλε στην Πολυδούρη, στον Καβάφη (ο οποίος ανταπέδωσε με τη συλλογή του Ποιήματα 1907-1915) και στον Φ. Μιχαλόπουλο.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 15, 2006

(παρένθεση - συνέχεια)

Περί «αδιεξόδου» ο λόγος, σε συνέχεια των χθεσινών. Ας δούμε τι λέει ένας κριτικός γι' αυτό το «αδιέξοδο» του Καρυωτάκη:
Αγωνίζεται ο ιστοριοδίφης να συναρμολογήσει τα γεγονότα και να τα κάνει δρόμο ομαλό ως την Πρέβεζα, αλλά στο τέλος βλέπει ότι υπάρχει κ' ένα μονοπάτι που δεν παίρνει την ευθύνη να μας οδηγήσει. Προσπαθεί και ο ψυχίατρος, με την ψυχραιμία και με την τόλμη της επιστήμης του, αλλά μοιάζει με το ζωγράφο που κάνει το πορτραίτο ενός μακαρίτη από φωτογραφίες, χωρίς να ξέρει την έκφρασή του και χωρίς να έχει δει το φως του προσώπου του. Ο Καρυωτάκης βρισκόταν από πολύ νέος στο δρόμο του θανάτου. [...] Μήπως πρέπει να επιμείνω πρώτα στον ποιητή, να εξηγήσω το έργο του, να δημιουργήσω τις προϋποθέσεις εκείνες που κάνουν πιο συνειδητό τον ακροατή ή τον αναγνώστη, κ' έπειτα να μιλήσω για τον άνθρωπο; Θα μου συγχωρούσατε ίσως αυτή την ανατροπή των συνηθειών. Αλλά δε θα μου τη συγχωρούσε ποτέ ο Καρυωτάκης. «Δεν πλαστογραφούσα τον εαυτό μου όταν έγραφα τους πεισιθάνατους στίχους μου, μου φωνάζει. Μέσα στο σαρκασμό και στη θανατοφιλία τους ήμουνα ολόκληρος, βασανισμένος και απροσποίητος. Γιατί, λοιπόν, παλιέ μου φίλε, αλλάζεις δρόμο; Πρώτα σ' εμένα κ' έπειτα στους στίχους μου. Πρώτα κοντά στον πόνο μου κι αργότερα στα πιστοποιητικά της ψυχικής μαυρίλας μου, στους λίγους στίχους που εξακολουθώ να παραδέχομαι». [Πέτρος Χάρης, «Προβλήματα και Ερωτήματα. Κώστας Καρυωτάκης. Η ποιητική ανανέωση», Νέα Εστία (αφιέρωμα στον Κ. Γ. Καρυωτάκη), Έτος Ο΄, τ. 139, τχ. 1655, 15 Ιουνίου 1996, σ. 775]
Σημειώνω μόνο: βρισκόταν από πολύ νέος στο δρόμο του θανάτου, θανατοφιλία, ψυχική μαυρίλα κ.ο.κ. Κι αλήθεια, ποιους στίχους θα εξακολουθούσε να παραδέχεται ο Κ.;

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 14, 2006

ΦΥΓΗ (παρένθεση)

Ανοίγω μια παρένθεση στην επεξεργασία της «Φυγής», διότι έχει μείνει μετέωρο ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που αφορούν το εν λόγω πεζό του Καρυωτάκη. Ρητά ή άρητα, όσοι προσπάθησαν να το προσεγγίσουν απάντησαν και σ' αυτό το ζήτημα. Και εξηγούμαι: το ερώτημα είναι αν θα πάρουμε το πεζό αυτό στα σοβαρά ή όχι. Ήτοι, αν θα το δούμε απλώς και μόνο ως μια εσωτερική (υπαρξιακή) καταγραφή των σκέψεων του ποιητή τις ύστατες στιγμές του λεγόμενου «αδιεξόδου» του (σε εισαγωγικά όχι γιατί δεν υπήρξε αυτό το αδιέξοδο, αλλά γιατί ο καθένας εννοεί και διαφορετικά πράγματα όταν μιλάει γι' αυτό το αδιέξοδο... ίσως θα είχε ένα ενδιαφέρον να δει κανείς όλους τους κριτικούς -- υπέρμαχους και επικριτές -- του Καρυωτάκη και τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύουν/μεταφράζουν το αδιέξοδο, δηλαδή την αυτοκτονία) ή αν, αντίθετα, θα το θεωρήσουμε ένα πεζό λογοτεχνικό όσο και τα άλλα και βιωματικό όσο οποιοδήποτε. Κι αν ακολουθήσουμε αυτή τη δεύτερη οδο, όπως πιστεύω ότι είναι και περισσότερο σωστό να γίνει αν θέλουμε να δούμε κάτι παραπάνω για το κείμενο αυτό, τότε θα φτάσουμε αναγκαστικά και στο ερώτημα για τη σχέση της «Φυγής» με την πραγματικότητα/κοινωνία. Αυτό ακριβώς το ερώτημα προσπαθώ να απαντήσω σε όσα προηγήθηκαν και σε όσα [ελπίζω ότι] θα ακολουθήσουν.

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 26, 2006

ΦΥΓΗ, II

Η εναρκτήρια φράση του κειμένου περί φυγής δεν προοιωνίζεται μόνο το κλίμα για όσα θα επακολουθήσουν, αλλά διατυπώνει ευθύς εξ αρχής την ποιητική στόχευσή του: Αισθάνομαι την πραγματικότητα με σωματικό πόνο. Το πρώτο ενικό πρόσωπο κάθε άλλο παρά οριστικό είναι, αφού είναι προφανές ότι εδώ δεν πρόκειται ούτε για αυτοβιογραφία ούτε για προσωπικό ημερολόγιο. Συνάμα, όμως, είναι και τα δύο και πολλά ακόμα. Γιατί το «εγώ» πίσω από το ρήμα «αισθάνομαι» δεν μπορεί να είναι ο ποιητής που μιλάει (στον εαυτό του, στο ημερολόγιό του, στους αναγνώστες του – αδιάφορο), αλλά ο ποιητής που σιωπά… Γιατί παρακάτω είναι ο Φαίδων, είναι ένα τσακισμένο δέντρο, είναι το φάσμα του εαυτού του…

Αλλά πάλι, από αυτήν την πρώτη φράση, εισάγεται η κάθετος («/») για την οποία μίλησα ήδη. Γιατί η «πραγματικότητα» είναι εκτός κειμένου. Κι ακόμα περισσότερο ο «σωματικός πόνος». Κι όμως, για να τα ξορκίσει ο Κ. πρέπει να τα βάλει μέσα στο κείμενο. Ή τουλάχιστον να προσπαθήσει να τα χωρέσει μέσα σ’ αυτό. Το αν πραγματικά τα ξορκίζει ή, έστω, αν ελπίζει ότι (βάζοντάς τα) θα ξορκιστούν, είναι άλλο θέμα. Η ποίηση, εξάλλου, είναι «το καταφύγιο που φθονούμε»… Ακόμα μια επιβεβαίωση αυτή της πανταχού παρούσας «καθέτου». Μια ακόμα επιβεβαίωση ότι το έργο του Κ. (και ο ίδιος εξάλλου) ακροβατούσε συνεχώς πάνω στην κόψη αυτής της αμείλικτης «καθέτου».

Εκτός, λοιπόν, του κειμένου η πραγματικότητα είναι σωματικός πόνος. Κι έτσι επιστρέφει στο κείμενο για να τη γράψει (πει, αφηγηθεί, εξαγγείλει) εντός του. Κι αυτή του η κίνηση τον οδηγεί – αναπόφευκτα – έξω από το κείμενο, αφού όχι μόνο ήρθε από εκεί αλλά κι εκεί στοχεύει. Φαύλος κύκλος; Σίγουρα. Νομίζω όμως ότι, σε κάθε περίπτωση, σκοπός εδώ είναι να μπορέσει ο ποιητής να σταθεί (έστω μια στιγμή) πάνω σ’ αυτό το μεταίχμιο. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο (το σημείο της καθέτου) ο χρόνος, ο τόπος, η γραφή και το υποκείμενο, παγωμένα και ακίνητα (ίσως για όσο κρατάει μια στιγμή), θα ελπίσουν για τη σωτηρία τους. Κι όταν πέσουν – είτε προς τη μια (εντός κειμένου) είτε προς την άλλη (εκτός κειμένου) πλευρά – τίποτε δεν θα έχει σωθεί.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 21, 2006

ΦΥΓΗ, Ι

Συμβαίνει συχνά να μας ακολουθούν κείμενα, λέξεις, πράγματα, μυρωδιές, ήχοι, τόποι. Πολλές φορές χωρίς να το ξέρουμε. Ώσπου κάποια στιγμή, ίσως λόγω ενός τυχαίου περιστατικού ή ακριβώς γι’ αυτό, όλα αυτά γίνονται «γνωστά». Όχι αναγκαστικά συνειδητά και όχι οπωσδήποτε διανοητικά. Τις περισσότερες φορές, αυτή η συνειδητοποίηση, αυτή η «γνώση» ή η «επίγνωση» γίνεται αντιληπτή σωματικά. Έρχεται από ένα σωματικό βάθος, ίσως απ’ το στομάχι.

Αυτό, βέβαια, είναι ένα προσωπικό βίωμα. Όμως, συζώντας για τόσο καιρό με τη «Φυγή» του Καρυωτάκη, οσφραίνομαι μια σωματικότητα στο ίδιο το κείμενο. Άγνωστο, ασφαλώς, και αδιάφορο εντέλει, πώς ακριβώς γεννήθηκε τούτο το πεζό στον ποιητή. Όμως, η αμείλικτη υλικότητά του, αυτή η χθόνια σωματικότητα που προσπαθώ να περιγράψω, καθιστά το «κείμενο περί φυγής» μια «φυγή εντός/εκτός κειμένου». Όλο το ζήτημα εδώ είναι αυτή η κάθετος «/».

Και γι’ αυτήν έχουμε πολλά να πούμε… To be continued.

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 20, 2006

Επιστροφή

Πολύς καιρός έχει περάσει από την τελευταία δημοσίευσή μου. Καλοκαιρινές διακοπές, προβλήματα με τη σύνδεσή μου στο Internet και άλλα καθυστέρησαν αυτήν την επιστροφή. Τώρα με τις βροχές, το φθινόπωρο, την ψύχρα, επιστρέφουμε και στους υπολογιστές και (ίσως) στην ποίηση του Κ.

Αρκετοί φίλοι έχουν γράψει στο Guestbook και μου έχουν στείλει email. Τους ευχαριστώ όλους για τα καλά τους λόγια και επιφυλάσσομαι να τους απαντήσω και πιο αναλυτικά.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 14, 2006

Ο Μανόλης Αναγνωστάκης διαβάζει Καρυωτάκη

Άν και κυκλοφορούσε εδώ και αρκετό καιρό, εγώ το προμηθεύτηκα πριν μερικές μέρες. Αναφέρομαι στο τεύχος 186 του περιοδικού «Η ΛΕΞΗ», το οποίο περιλαμβάνει εκτενές αφιέρωμα στον Μ. Αναγνωστάκη, καθώς και ένα CD με τον Αναγνωστάκη να διαβάζει είκοσι ποιήματα του Καρυωτάκη. Θα γράψω κάποια άλλη στιγμή τις εντυπώσεις μου από τις αναγνώσεις. Προς το παρόν, αντιγράφω ένα απόσπασμα από το κείμενο του Γ. Ζεβελάκη από τη ΛΕΞΗ σχετικά με τις αναγνώσεις του ποιητή:


«Ανάμεσα στους ποιητές που επέλεξε, στον Καρυωτάκη έδειξε ιδιαίτερη προτίμηση, διαβάζοντας είκοσι ποιήματά του. Θεωρούσε ότι διέθετε βαθύτερη ποιητική συνείδηση, είχε την αφοσίωση, το τάξιμο. Δεν αρκέστηκε στο φυσικό δώρο που του δόθηκε, μικρό ή μεγάλο. Αλλά επίμονα, βασανιστικά, «έσκαπτεν ένδον» και έστησε μια ποιητική ταυτότητα άμεσα αναγνωρίσιμη και εντελώς προσωπική» [σ. 499].

Τα ποιήματα του Καρυωτάκη που διαβάζει ο Αναγνωστάκης είναι:
  1. Όλα τα πράγματα μου έμειναν...
  2. Δέντρα μου...
  3. Την ώρα αυτή...
  4. Βράδυ
  5. Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα...
  6. Πάρε τα δώρα...
  7. Υστεροφημία
  8. Θέλω να φύγω πια από δω...
  9. Μόνο
  10. Αφιέρωμα
  11. Εσπέρα
  12. Κι αν έσβησε σαν ίσκιος...
  13. Ο κήπος είμαι...
  14. Τελευταίο ταξίδι
  15. Είμαστε κάτι...
  16. Ανδρείκελα
  17. Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ...
  18. Χαμόγελο
  19. Αγάπη
  20. Νοσταλγία