ΜΑΡΑΙΝΕΤΑΙ
Ο ασημένιος ήλιος με χαρωπές αχτίδες
το κάθε τι, τον ουρανό, όλη τη γη στολίζει,
και χύνει, λες, η θάλασσα αδιάκοπες ελπίδες
όταν πλατύ το γέλιο της τ' αστραφτερό σκορπίζει.
Στο χέρι πήρ' η Άνοιξη αέρινα πινέλα
και με το λαμπροπράσινο της Φύσης τ' ώριο χρώμα
έντυσε κάμπους και βουνά. Και της ζωής η τρέλα
άνοιξε κάθε λούλουδου το μυρωμένο στόμα.
Παντού ξεχείλισ' η χαρά. Απ' όλα τα λουλούδια
μόνον ο δόλιος μενεξές μένει στη γη θλιμμένα,
αδιάφορος στα θεϊκά κάθε πουλιού τραγούδια.
Μαραίνεται ο δύστυχος, μαράθηκ' οιμένα.
Ο ασημένιος ήλιος με χαρωπές αχτίδες
το κάθε τι, τον ουρανό, όλη τη γη στολίζει,
και χύνει, λες, η θάλασσα αδιάκοπες ελπίδες
όταν πλατύ το γέλιο της τ' αστραφτερό σκορπίζει.
Στο χέρι πήρ' η Άνοιξη αέρινα πινέλα
και με το λαμπροπράσινο της Φύσης τ' ώριο χρώμα
έντυσε κάμπους και βουνά. Και της ζωής η τρέλα
άνοιξε κάθε λούλουδου το μυρωμένο στόμα.
Παντού ξεχείλισ' η χαρά. Απ' όλα τα λουλούδια
μόνον ο δόλιος μενεξές μένει στη γη θλιμμένα,
αδιάφορος στα θεϊκά κάθε πουλιού τραγούδια.
Μαραίνεται ο δύστυχος, μαράθηκ' οιμένα.
[Δημοσιεύτηκε: Παρνασσός, 19.02.1914, Κρητικός Αστήρ, Απρίλιος 1914, Ελλάς, 21.08.1914]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου