ΣΟΝΕΤΟ
Τα φύλλα κιτρινίσανε και, πέφτοντας στο χώμα,
ξεχύνονται σ' αφάνταστο, σ' απότρελο χορό.
Τα λουλουδάκια κλείσανε το θεϊκό τους στόμα
και γέρνουν άθελα στη γη, κοπάδι θλιβερό.
Ο ήλιος, που άλλοτε, που χθες, προχθές ακόμα
εσκόρπιζε το γέλιο του, ψηλά, το λαμπερό,
σκυθρώπασε, και έπνιξε τ' ολόχρυσό του χρώμα
στα μολυβένια σύννεφα που πέρα εκεί θωρώ.
Η θάλασσα εφούσκωσε κ' έθρεψε το κύμα,
στο πεζοδρόμι η βροχή χτυπάει ρυθμικά
και του διαβάτη βιαστικό ακούγεται το βήμα.
Απ' τη βροχή ετρόμαξαν τ' αθώα χελιδόνια
και σαν πετάνε φαίνεται πως λένε μυστικά:
«Εμπρός, εμπρός, να φύγουμε, θ' αρχίσουνε τα χιόνια».
Τα φύλλα κιτρινίσανε και, πέφτοντας στο χώμα,
ξεχύνονται σ' αφάνταστο, σ' απότρελο χορό.
Τα λουλουδάκια κλείσανε το θεϊκό τους στόμα
και γέρνουν άθελα στη γη, κοπάδι θλιβερό.
Ο ήλιος, που άλλοτε, που χθες, προχθές ακόμα
εσκόρπιζε το γέλιο του, ψηλά, το λαμπερό,
σκυθρώπασε, και έπνιξε τ' ολόχρυσό του χρώμα
στα μολυβένια σύννεφα που πέρα εκεί θωρώ.
Η θάλασσα εφούσκωσε κ' έθρεψε το κύμα,
στο πεζοδρόμι η βροχή χτυπάει ρυθμικά
και του διαβάτη βιαστικό ακούγεται το βήμα.
Απ' τη βροχή ετρόμαξαν τ' αθώα χελιδόνια
και σαν πετάνε φαίνεται πως λένε μυστικά:
«Εμπρός, εμπρός, να φύγουμε, θ' αρχίσουνε τα χιόνια».
[Δημοσιεύτηκε: Ελλάς, 31.10.1913, Παρνασσός, 12.10.1914]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου