ΦΙΛΗΜΕΝΗ
Καθόμαστε αμίλητοι -- θυμήσου κοπελιά μου --
ερόδιζες από ντροπή -- αλήθεια 'ναι ή ψέμα; --
κι άφηνες το κεφάλι σου να σιγογύρει χάμου
όταν το βλέμμα σ[ου] έσμιξε με το δικό μου βλέμμα.
Σου ζήτησα ο άμοιρος ένα φιλί μονάχα·
εσύ μου το αρνήθηκες με τη γλυκιά φωνή σου
κ' έγειρες το κεφάλι σου -- να το θυμάσαι τάχα; --
μα 'γω το «ναι» εδιάβασα στα μάτια, τη μορφή σου.
Σ' αγκάλιασα, σε φίλησα, χωρίς να σε ρωτήσω·
εσύ φαινόσουν, πονηρή, πως ήσουν θυμωμένη
και να ξεφύγεις ήθελες... μα όχι να σ' αφήσω·
εγλίστρισες και μου 'φυγες... εισ' όμως φιλημένη.
Καθόμαστε αμίλητοι -- θυμήσου κοπελιά μου --
ερόδιζες από ντροπή -- αλήθεια 'ναι ή ψέμα; --
κι άφηνες το κεφάλι σου να σιγογύρει χάμου
όταν το βλέμμα σ[ου] έσμιξε με το δικό μου βλέμμα.
Σου ζήτησα ο άμοιρος ένα φιλί μονάχα·
εσύ μου το αρνήθηκες με τη γλυκιά φωνή σου
κ' έγειρες το κεφάλι σου -- να το θυμάσαι τάχα; --
μα 'γω το «ναι» εδιάβασα στα μάτια, τη μορφή σου.
Σ' αγκάλιασα, σε φίλησα, χωρίς να σε ρωτήσω·
εσύ φαινόσουν, πονηρή, πως ήσουν θυμωμένη
και να ξεφύγεις ήθελες... μα όχι να σ' αφήσω·
εγλίστρισες και μου 'φυγες... εισ' όμως φιλημένη.
[Δημοσιεύτηκε: Παρνασσός, 27.04.1914]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου